Τα κάναμε… Κόλος, μας ήρθαν τα… Ζόρια κι άντε να βρεις… Ομόνοια!

Ο Τζιμάκος τα έλεγε, μα ποιος τον άκουγε; «Μας τη φέραν οι βάρβαροι, μας φλομώσαν στο ψέμα, μας τρελάναν στα πέναλτι και δεν έχουμε τέρμα».

Σε μία χρονιά, στην οποία υποτίθεται ότι βάλαμε τρεις ομάδες στους ομίλους, σε μία σεζόν που θα δίναμε περισσότερα παιχνίδια από ότι ποτέ την τελευταία τριετία, ο σβέρκος έχει κοκκινίσει από τις φάπες.

Αυτή την εφιαλτική εβδομάδα, ο Ολυμπιακός, η ΑΕΚ και ο ΠΑΟΚ γνώρισαν σχεδόν καταδικαστικές ήττες στην Ευρώπη και ο συνολικός απολογισμός για το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι σοκαριστικός.

Οι 5 ελληνικές ομάδες που έπαιξαν / παίζουν εφέτος στα Κύπελλα Ευρώπης έδωσαν φέτος 24 αναμετρήσεις και έχασαν τις 14! Το ποσοστό αποτυχίας άγγιξε το 60% (58,3% για την ακρίβεια), οι ελληνικές ομάδες χάνουν πλέον με θαυμαστή συνέπεια τα 3 από τα 5 ευρωπαϊκά τους παιχνίδια, έχουν μπολιαστεί με το μικρόβιο της ήττας, οι μικρές και αραιές επιτυχίες δεν είναι πια παρά, φωτοβολίδες.

Η διολίσθηση του ελληνικού ποδοσφαίρου στην βαθμολογία χωρών της UEFA συνεχίζεται με καταιγιστικούς ρυθμούς, το συλλογικό ranking καταρρέει με γεωμετρική «πρόοδο» για όλους και είναι πια κοινή πεποίθηση ότι το Conference League είναι αυτό που αξίζει / αρμόζει / ταιριάζει στην ποιότητα των ελληνικών ομάδων.

Όλες οι ελληνικές ομάδες δεν παίρνουν πια ούτε τον… πυρετό τους σε ότι αφορά τα διαιτητικά σφυρίγματα εκτός συνόρων και το brain drain (talent drain στην περίπτωση μας) είναι πια μονόδρομος, ώστε να υπάρξει οικονομική επιβίωση για τις ελληνικές ομάδες που ασφυκτιούν οικονομικά, χωρίς την απαιτούμενη εξωστρέφεια, παγιδευμένες στον εγχώριο μικρόκοσμο και την μικρή ελληνική αγορά.

Όποια πέτρα κι αν σηκώσεις σε ό,τι αφορά αρνητικά ρεκόρ, θα βρεις από πίσω και μια ελληνική ομάδα. Ο Ολυμπιακός μετρά 5 ημερολογιακά χρόνια σε ομίλους Champions League μόνο με ήττες εκτός έδρας (10 συνεχόμενες) και βίωσε τους τελευταίους μήνες μία (σχεδόν υποχρεωτική) ποιοτική αφαίμαξη, από αποχωρήσεις παικτών που έριξαν την στάθμη, κάτι που αποτυπώνεται στο γεγονός ότι είναι η ομάδα με τα λιγότερα γκολ και τις λιγότερες τελικές on target σε όλο το φετινό Champions League.

Ο ΠΑΟΚ κατάφερε στην Λευκωσία και λέρωσε / μουτζούρωσε / ξεθώριασε την φετινή ευρωπαϊκή του εικόνα, που είχε ηχηρές και σπουδαίες νίκες απέναντι σε μεγαθήρια (Μπεσικτάς, Μπενφίκα, Αϊντχόφεν), χάνοντας από τα δεύτερα μιας ομάδας που είχε το μυαλό της στο επερχόμενο ντέρμπι με τον ΑΠΟΕΛ. Ο Δικέφαλος, που μετρά 7 ήττες σε 8 ευρωπαϊκά ταξίδια την τελευταία διετία, ο οποίος γέμισε μαύρες σελίδες την ευρωπαϊκή του ιστορία (Έστερσουντ, ΜΠΑΤΕ Μπόρισοφ, Σλόβαν Μπρατισλάβας) και ο οποίος αναμένεται να υποχωρήσει κάτω από την 100ή θέση στο ranking συλλόγων.

Η ΑΕΚ έχει πια 10 ημερολογιακά χρόνια να κερδίσει ένα εντός έδρας αγώνα για οποιαδήποτε φάση ομίλων (14 παιχνίδια) και στους φετινούς ομίλους του Europa League τρώει περίπου τρία «τεμάχια» ανά παιχνίδι (13 μετά από 5 αγωνιστικές), έχοντας την τέταρτη χειρότερη αμυντική επίδοση επί συνόλου 48 ομάδων, πίσω μόνο από Λουντογκόρετς, Ντάνταλκ και Νις.

Καλά, για τους άλλους δεν μιλάμε καν. Ο Παναθηναϊκός βιώνει την πενταετή του ευρωπαϊκή απομόνωση, ο ΟΦΗ αποχαιρέτισε παρότι η κληρωτίδα του έφερε στο Ηράκλειο τον Απόλλωνα Λεμεσού και ο Άρης τα έκανε… Κόλος στο «Κλεάνθης Βικελίδης» απέναντι στην ουκρανική ομάδα από την άσημη Κοβάλιβκα της Ουκρανίας.

Το να γελάει κάποιος με τα… χάλια του αντιπάλου του, δίχως να κοιτάει την δική του καμπούρα είναι τουλάχιστον αφελές. Ο υποβιβασμός του ελληνικού ποδοσφαίρου στην Conference League θα επιφέρει με μαθηματική ακρίβεια οικονομικό μαρασμό. Όχι μόνο από τα χρήματα που έρχονται από τα UEFA prizes και καλύπτουν μεγάλο μέρος του προϋπολογισμού (πάμε μοιραία για αναπόφευκτές πτώσεις των μπάτζετ, με ότι συνεπάγεται αυτό), αλλά και από παράλληλα οφέλη που έφερνε η βιτρίνα του Champions και Europa League. Δίχως την ευρωπαϊκή μόστρα, οι παίκτες των ελληνικών ομάδων αποκλείεται να ξαναβρούν υπεραξία, οι τιμές πώλησης θα πέσουν στα Τάρταρα, η ανταγωνιστικότητα και η διαπραγματευτική δύναμη των ελληνικών ομάδων που θα ζουν στην ευρωπαϊκή αφάνεια, μοιραία θα τις βυθίσει σε ποιοτική ένδεια.

Στην πραγματικότητα, δεν είναι κάτι που θα πρέπει να σοκάρει κάποιον. Αλήθεια, σε ποιον τομέα η Ελλάδα ως χώρα πρωταγωνιστεί κάπου; Στην οικονομία, στην βιομηχανία, στην γεωργία, στις επιστήμες, στην καινοτομία, στην υγεία; Ένα μπάσκετ είχαμε κι αυτό καταρρέει. Ο κορωνοϊός έριξε και το τελευταίο προπύργιο τον τουρισμό. Ποδόσφαιρο θα είχαμε;

Το πρόβλημα δεν αφορά μεμονωμένα τον Ολυμπιακό, τον ΠΑΟΚ, την ΑΕΚ, τον Παναθηναϊκό, τον Άρη, την ΕΠΟ, την Super League ή την Εθνική. Δεν αφορά τα «παλτά» που έρχονται ή τις επενδύσεις που (δεν) γίνονται. Αφορά συνολικά το ελληνικό ποδόσφαιρο. Το ποδόσφαιρο που παίζεται. Το ποδόσφαιρο που… δεν παίζεται για την ακρίβεια.

Αν προπονείσαι σαν να πρόκειται για κανονικό παιχνίδι, τότε παίζεις στο κανονικό παιχνίδι σαν να προπονείσαι. Νόμος. Και τι είδους «προπονήσεις» κάνουν οι ελληνικές ομάδες στα παιχνίδια της Super League για να είναι έτοιμες για τα ευρωπαϊκά παιχνίδια απέναντι σε ομάδες που παίζουν κανονικό ποδόσφαιρο; Κάνουν «ασκήσεις» για ένα πράγμα που δεν παίζεται πουθενά πια. Οι μισές και πλέον ομάδες της Super League (εδώ και πολλά χρόνια) παίζουν κάτι σαν ποδόσφαιρο. Μπουλούκι, λεωφορείο, πούλμαν, κατενάτσιο, οτιδήποτε μπορεί να φέρει μία ηρωική ισοπαλία ή μία αξιοπρεπή ήττα. Ενδεκάδες γεμάτα «μηχανάκια», «εργαλεία», «πνευμόνια», «εξολοθρευτές» από φοβικούς, ξεπερασμένους, ξεζουμισμένους σε ιδέες προπονητές, που τρέμουν μη χάσουν το μηνιάτικο με δύο κολλητές ήττες. Ο εφετινός ΟΦΗ και ο ΠΑΣ Γιάννινα είναι μία αχτίδα φωτός, αλλά θέλει άντερα για να το πας μέχρι τέλους πιστός στο πλάνο σου, χωρίς να κοιτάς την βαθμολογία.

Το πρόβλημα όμως είναι ακόμα πιο βαθύ, η Super League είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου. Λίγο αν δει κανείς (όλες) τις μικρές Εθνικές Ελλάδας θα καταλάβει ότι το ποδόσφαιρο μας προσπέρασε και μας άφησε χρόνια πίσω. Παίκτες που υστερούν στα βασικά, αγύμναστοι (σε σύγκριση με συνομήλικους του στο εξωτερικό), φοβικοί, χωρίς καλές επαφές με την μπάλα, χωρίς θάρρος με την μπάλα, χωρίς ιδέες, φαντασία, κοντρόλ, δημιουργική σκέψη. Παιδιά που εκπαιδεύτηκαν από μικρή ηλικία να καταστρέφουν για να κρατήσουν αποτέλεσμα. 

Ακόμα και η καραμέλα ότι «υπάρχουν πολλά ταλέντα», έλιωσε. Όχι, δεν υπάρχουν πολλά ταλέντα, σε σύγκριση με τις προηγμένες χώρες του εξωτερικού. Υπάρχουν πολύ λίγα ταλέντα πια. Κι αυτά ευνουχίζονται με τον τρόπο που τα διαχειρίζονται. Οι ελάχιστες εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα.

Η λύση υπάρχει, βρίσκεται στο βελγικό μοντέλο που ανέστησε το ποδόσφαιρο της χώρας, στο «στρατηγικό πλάνο ανάπτυξης των εθνικών ομάδων και του ελληνικού ποδοσφαίρου» δια χειρός Φερνάντο Σάντος που αναπαύεται σε κάποιο συρτάρι (αν δεν πετάχτηκε ήδη στα σκουπίδια). Θέληση υπάρχει; Προφανώς όχι. Το πιο σημαντικό είναι άλλο: Ποιος μας σφυρίζει την Κυριακή;

Ροη ειδησεων
Κλεισιμο