Η πρόσληψη Γιοβάνοβιτς ήταν η κίνηση της 20ετίας για την Εθνική Ελλάδος

Βλέποντας το τι συμβαίνει σε Εθνικές του εξωτερικού, σε χώρες σαφώς πιο προηγμένες και λιγότερο τοξικές απ’ την Ελλάδα, ανασαίνουμε βαθιά με την επιλογή του Ιβάν Γιοβάνοβιτς. 

Ο Τόμας Τούχελ είναι από τους καλύτερους προπονητές που υπάρχουν. Ο Γερμανός ανέλαβε τις τύχες της εθνικής Αγγλίας και στο νησί… ξίνισαν. Εκφράζονται μόνο διαφωνίες ουσιαστικά, είτε ευθέως είτε εμμέσως πλην σαφώς. Γιατί; Επειδή θα προτιμούσαν Άγγλο τεχνικό. 

Ένα απ’ τα φαινόμενα που ταλανίζουν πολλές Εθνικές ομάδες. Οι διαφωνίες και οι προβληματισμοί για τους Ομοσπονδιακούς τεχνικούς. Και μιλάμε για χώρα προηγμένες ποδοσφαιρικά, ειδικά σε σύγκριση με την Ελλάδα, χώρες που έχουν μάθει να αγαπούν πρώτα απ’ όλα την Εθνική τους και να μην την μπλέκουν με τα συλλογικά. Κάτι που σαφώς στην Ελλάδα δεν έχουμε κατορθώσει και σε αυτό ευθύνεται η νοοτροπία μας. 

Αν λοιπόν για τους Άγγλους ή τους Ολλανδούς, ή τους Ισπανούς, ή τους Γερμανούς, είναι δύσκολο να αποδεχτούν έναν Ομοσπονδιακό τεχνικό, σκεφτείτε πόσο πιο δύσκολο είναι αυτό στην… ποδοσφαιρικά τοξική γωνίτσα της Ευρώπης όπου κατοικούμε. Για διαφορετικούς βέβαια λόγους οι διαφωνίες, αφού εκείνοι δεν μπορούν να δεχτούν ότι μπορεί να υπάρχει ένας καλός προπονητής για την εθνική ομάδα τους κι εκτός της χώρας τους λόγω υπέρμετρου ποδοσφαιρικού εγωισμού, ωστόσο πιο ιδιαίτερη είναι η δική μας περίπτωση. Γιατί εδώ το αν αναγνωρίζουμε έναν προπονητή της Εθνικής ομάδας, εξαρτάται από το αν θεωρούμε την ΕΠΟ εχθρική ή όχι, αν ο προπονητής βάζει τους παίκτες του δικού μας συλλόγου, αν τους κουράζει υπερβολικά πριν από σημαντικά παιχνίδια πρωταθλήματος. Όλα αυτά πριν καν φτάσουμε στο ποδόσφαιρο και στα αποτελέσματα. 

Ο Ρεχάγκελ ήταν ένα… θαύμα που είχε συντελεστεί στην ιστορία της Εθνικής ομάδας. Εν συνεχεία ο Σάντος έμοιαζε η προφανής επιλογή. Ειδικά για τον Γερμανό, η πρόσληψή του δεν είχε φέρει ενθουσιασμό και χρειάστηκε πολύς χρόνος για να αναγνωριστεί πως αυτός ο άνθρωπος κάτι προσφέρει. Όλα αυτά πριν από 20 χρόνια στο μεταξύ. 

Από τότε μέχρι σήμερα, η τωρινή απόφαση της ΕΠΟ να προσλάβει τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς ήταν μακράν η πιο σωστή. Θα πει κανείς μα ήταν προφανής επιλογή. Όχι δεν ήταν, καθώς δεν ήταν εύκολο να πειστεί ένας άνθρωπος που είχε βγει από το συμβόλαιό του με τον Παναθηναϊκό τον οποίο έκανε ομάδα πρωταθλητισμού ξανά, προκειμένου να μην περιμένει ένα σύλλογο που σίγουρα θα έβρισκε και μάλιστα σε καλό επίπεδο. Για να προτιμήσει μια Εθνική ομάδα που συνήθως προκαλεί φθορά λόγω των όσων προαναφέραμε. 

Ο Γιοβάνοβιτς είναι ο μόνος άνθρωπος στην Ελλάδα που θα μπορούσε να έχει τη γενική συμπάθεια. Λειτουργώντας ως… αντίδοτο σε κάθε είδους τοξικότητα. Πέρα απ’ το ποδοσφαιρικό κομμάτι, καθώς είναι ο ιδανικός άνθρωπος για να οδηγήσει το εξαιρετικό υλικό που διαθέτει το ελληνικό ποδόσφαιρο αυτή την εποχή. 

Χωρίς… φουστανέλες, χωρίς φανφάρες, χωρίς υπερβολές, χωρίς λογικές αυταρχικές. Με ταπεινότητα, εργατικότητα και πλήρη επίγνωση όλων των καταστάσεων. 

Ίσως η Ελλάδα να βγει πρώτη στον όμιλο του Nations League, ίσως και να μη βγει. Ίσως να περάσει στο Μουντιάλ, ίσως να μην τα καταφέρει. Ο Γιοβάνοβιτς όμως, μοιάζει να έχει… ανοσία σε κάθε δηλητήριο που παράγει το ελληνικό ποδόσφαιρο. Γι’ αυτό αξίζουν τα εύσημα σε αυτούς που τον έπεισαν και του εμπιστεύτηκαν αυτή τη θέση. Κάτι που δεν μπορούν να κάνουν τεχνοκράτες και παράγοντες οι οποίοι καθορίζουν τις τύχες των πιο επιτυχημένων ποδοσφαιρικών χωρών του πλανήτη. 

Η Ελλάδα έχει την τύχη να έχει επιλέξει έναν άνθρωπο που μπορεί να γίνει αυτό που ήταν ο Όσκαρ Ταμπάρες στην Εθνική Ουρουγουάης. Ένας προπονητής σύμβολο, ένας πραγματικός «δάσκαλος». Όταν τα προηγούμενα χρόνια είχαμε τον Σκίμπε, τον Φαν’ τ Σχιπ και τον Πογιέτ, όσο καλή δουλειά κι αν έκαναν, αντιλαμβανόμαστε εύκολα τη διαφορά. 

Πηγή: Sdna.gr

Ροη ειδησεων
Κλεισιμο